επιληψια

επιληψια
    ἐπιληψία
    ἐπι-ληψία
    ἥ
    1) внезапная остановка, задержка (sc. τοῦ πνεύματος Arst.)
    2) эпилепсия, тж. эпилептический припадок Arst., Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "επιληψια" в других словарях:

  • ἐπιληψία — ἐπιληψίᾱ , ἐπιληψία stoppage fem nom/voc/acc dual ἐπιληψίᾱ , ἐπιληψία stoppage fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίᾳ — ἐπιληψίᾱͅ , ἐπιληψία stoppage fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιληψία — Χρόνια παροξυσμική και πρόσκαιρη διαταραχή της εγκεφαλικής λειτουργίας που εμφανίζεται ξαφνικά, παύει αυτόματα και έχει την τάση να επαναλαμβάνεται. Η νόσος αποτελεί την κλινική εκδήλωση αυτόματης διέγερσης των νευρώνων έτσι ώστε κατά τη διάρκεια …   Dictionary of Greek

  • επιληψία — η (ιατρ.), χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος, που προσβάλλει περιοδικά τον ασθενή (επιληπτικό) και συνοδεύεται από απώλεια της συνείδησης και σπασμούς, ο σεληνιασμός, το γλυκύ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐπιληψίας — ἐπιληψίᾱς , ἐπιληψία stoppage fem acc pl ἐπιληψίᾱς , ἐπιληψία stoppage fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίαι — ἐπιληψίᾱͅ , ἐπιληψία stoppage fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίαν — ἐπιληψίᾱν , ἐπιληψία stoppage fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψιῶν — ἐπιληψία stoppage fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίαις — ἐπιληψία stoppage fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίη — ἐπιληψία stoppage fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιληψίην — ἐπιληψία stoppage fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»